Η Εβρίτισσα συγγραφέας μιλάει για τη συγγραφή, για τα βιβλία της, το «Παράθυρο στη ζωή» (εκδόσεις Πνοή) και «Το γραμμένο της Ισμήνης» (εκδόσεις Υδροπλάνο). για τον αγώνα ζωής που έδωσε όταν διαγνώσθηκε με καρκίνο του μαστού ενώ στο τέλος αναφέρεται στην επόμενη ιστορία που ετοιμάζει.
Έχετε γράψει αρκετά έργα, άλλα δημοσιευμένα κι άλλα αδημοσίευτα, ενώ παράλληλα αρθρογραφείτε σε γνωστή ιστοσελίδα των τεχνών. Ποια ήταν η αφορμή για να ξεκινήσετε τη συγγραφή;
Αγαπούσα το θέατρο από πολύ μικρή και πάντα πίστευα πως θα καταλήξω στο θεατρικό σανίδι. Ήμουν δεινή αναγνώστρια, αλλά ποτέ δεν είχα σκεφτεί να γράψω κάτι, αν και κατά περιόδους στη ζωή μου κρατούσα ημερολόγιο. Όταν, όμως, νόσησε η μητέρα μου από καρκίνο του μαστού και έφυγε από τη ζωή και ακολούθησε και η δική μου ασθένεια, η ανάγκη μου να μοιραστώ το βίωμά μου ήταν τόσο μεγάλη, που απλώς ξεκίνησα να γράφω. Από τότε δεν έχω σταματήσει, αν και η επαγγελματική μου ενασχόληση με την επιμέλεια- διόρθωση κειμένων στον χώρο των εκδόσεων περιόρισε λίγο τον χρόνο που αφιερώνω στο γράψιμο.
Το «Παράθυρο στη ζωή» είναι το πρώτο σας βιβλίο, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πνοή. Πρόκειται για ένα βιωματικό βιβλίο, μέσα από το οποίο μοιράζεστε τις δύσκολες στιγμές που ζήσατε όταν νοσήσατε από καρκίνο του μαστού. Πότε και πώς αποφασίσατε να γράψετε για αυτό που σας συνέβη;
Το “Παράθυρο στη ζωή” είναι η ιστορία δύο γυναικών που νόσησαν από καρκίνο του μαστού, της μητέρας μου και η δική μου. Είναι δυο ιστορίες τόσο ίδιες, όμως και εκ διαμέτρου αντίθετες. Είναι ένα βιβλίο συγκινητικό, συναισθηματικό αλλά και ένα βιβλίο γεμάτο ελπίδα, αφιερωμένο στη ζωή και στη δύναμη του ανθρώπου. Άρχισα να γράφω ασυναίσθητα, όταν έφυγε η μητέρα μου από τη ζωή, χωρίς φυσικά να μου περάσει ποτέ από το μυαλό να δημοσιοποιήσω τα όσα έγραφα. Φαντάζομαι ότι ήταν ένας τρόπος να διαχειριστώ τον πόνο μου, και ίσως να την κρατήσω, έστω και με αυτόν τον ανορθόδοξο τρόπο, στη ζωή. Όταν όμως νόσησα, η ανάγκη μου να μοιραστώ το βίωμά μου ήταν μεγάλη. Ήθελα να ξορκίσω την ασθένεια, να αποδαιμονοποιήσω τον καρκίνο, να βοηθήσω άλλες γυναίκες που πέρασαν ή περνούσαν ό,τι κι εγώ, και να ανοίξω, κυριολεκτικά, ένα παράθυρο στη ζωή.
Τι συμβουλή θα δίνατε σε μια γυναίκα που διαγνώσθηκε πρόσφατα από καρκίνο του μαστού;
Ξέρετε, ακριβώς πριν τη στιγμή που θα ανακοινώσει ο γιατρός στον ασθενή ότι έχει καρκίνο, είναι υγιής. Την επόμενη στιγμή, νοσεί από μια ασθένεια απειλητική για τη ζωή του, που κουβαλάει πάνω της και όλες τις προκαταλήψεις και τις συσχετίσεις με τον θάνατο. Οπότε, η γυναίκα που έχει διαγνωστεί πρόσφατα με καρκίνο του μαστού έχει χάσει τη γη κάτω από τα πόδια της. Θα της έλεγα, λοιπόν, ότι όπως κι αν νιώθει είναι φυσιολογικό και θεμιτό, δεν υπάρχει σωστό και λάθος. Ακόμα, νομίζω πως πρέπει να κρατήσει κοντά της ανθρώπους που αγαπά και την αγαπούν, και να στηριχτεί πάνω τους. Αν είναι μόνη, να ζητήσει στήριξη σε συλλόγους καρκινοπαθών και σε ομάδες όπως το Άλμα Ζωής. Θα της πρότεινα να χτίσει μια καλή επικοινωνία με τον γιατρό της –θα έχει χιλιάδες απορίες– και να ακολουθεί σαν καλός στρατιώτης ό,τι της λέει. Να φροντίζει όμως πέρα από το σώμα της και την ψυχή της, με όποιον τρόπο της ταιριάζει, και να δίνει χρόνο και στα δύο, σώμα και ψυχή. Αλήθεια, ο χρόνος είναι ο καλύτερος γιατρός… Τέλος, όσο κι αν τώρα της φαίνεται απίστευτο, υπάρχει ζωή μετά τον καρκίνο του μαστού, και φυσικά “με” τον καρκίνο του μαστού και αξίζει να τη ζήσει!
Το δεύτερο προσωπικό σας μυθιστόρημα «Το γραμμένο της Ισμήνης» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Υδροπλάνο. Πώς θα χαρακτηρίζατε τη συγκεκριμένη ιστορία; Πείτε μας λίγα λόγια για το βιβλίο και τους πρωταγωνιστές του.
Το “Γραμμένο της Ισμήνη” είναι ένα κοινωνικό μυθιστόρημα εποχής αλλά και μια μοναδική ιστορία αγάπης, η οποία βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα. Αφηγείται την ιστορία δύο νέων ανθρώπων που έζησαν και ερωτεύθηκαν στη Λάρισα του 1930, οι οποίοι ήρθαν αντιμέτωποι με τα στερεότυπα της εποχής, τις κοινωνικές ανισότητες και τις προκαταλήψεις, παλεύοντας για το δικαίωμά τους στην αγάπη αλλά και στην ίδια τη ζωή. Προσπάθησα να μεταφέρω εικόνες, ήχους και τοπία της εποχής του Μεσοπολέμου, και να ζωντανέψω με τη δική μου ματιά όσα εκτυλίχθηκαν κάποτε στην πόλη όπου ζω. Οι χαμένες πατρίδες, η προσφυγιά και η παλιννόστηση, το καθήκον προς την πατρίδα και την οικογένεια, κυλούν στο αίμα των ηρώων μου και καθορίζουν την πορεία τους, όπως κάνει και η αμείλικτη μοίρα. Είναι ένα ξεχωριστό βιβλίο –για το οποίο είμαι πολύ περήφανη– που πιστεύω πως θα ταξιδέψει, θα συγκινήσει και θα μείνει αξέχαστο σε κάθε αναγνώστη.
Ποια τα πρώτα συναισθήματα όταν κρατήσατε στα χέρια σας, τυπωμένα τα βιβλία σας;
Και στα δύο βιβλία μου, η αίσθηση ήταν συγκλονιστική. Το έχεις κάπως στο μυαλό σου όταν το γράφεις, το φαντάζεσαι, αλλά όταν παίρνει τη θέση του στη βιβλιοθήκη ανάμεσα στα μεγαθήρια της λογοτεχνίας, νιώθεις δέος. Τουλάχιστον, έτσι ένιωσα εγώ. Να πω την αλήθεια, πέρα από το περιεχόμενο των βιβλίων μου, αγαπώ πολύ και τα εξώφυλλά τους. Το πρώτο, ειδικά, το φιλοτέχνησε μια πολύ καλή μου φίλη, η εικαστικός Εύα Κουκούλια. Είναι πραγματικά έργο τέχνης.
Πόσο απαιτητική είναι η συγγραφική διαδικασία και πόσο χρόνο σάς παίρνει η ολοκλήρωση ενός βιβλίου;
Η εμπειρία μου ως προς τη συγγραφή των βίβλων μου ήταν εντελώς διαφορετική στο καθένα. Γράφοντας το “Παράθυρο στη ζωή”, δεν θυμάμαι καν να σκέφτομαι τι έγραφα, πώς το έγραφα, να διαλέγω λέξεις ή να σκέφτομαι τη συνέχεια. Βέβαια, η επιμέλεια του βιβλίου σε δεύτερο χρόνο πήρε αρκετό χρόνο και ήταν αρκετά επίπονη διαδικασία. Μέχρι και σήμερα, 5 χρόνια μετά, δυσκολεύομαι να το διαβάσω. Είναι η ψυχή μου εκεί μέσα… “Το γραμμένο της Ισμήνης”, από την άλλη, απαιτούσε μεγάλη προσοχή. Είχα ως αφετηρία την υπέροχη εξιστόρηση των γεγονότων από τη Δήμητρα Μπαρδάνη, την πρόεδρο της Ένωσης Λογοτεχνών και Συγγραφέων Λάρισας, όπως ακριβώς την άκουσε από τη μητέρα της, όταν ήταν παιδί. Έπειτα, χρειάστηκαν πολλές ώρες έρευνας και αρκετή προσπάθεια για να αποδώσω την ιστορία όπως τη φαντάστηκα.
Στα δύο βιβλία σας, οι ιστορίες εξελίσσονται σε Έβρο και Λάρισα, αντίστοιχα. Επιλέξατε τυχαία τις συγκεκριμένες τοποθεσίες;
Γεννήθηκα και μεγάλωσα σε ένα ακριτικό χωριό του Έβρου, το Φυλάκιο, και τα τελευταία 15 χρόνια ζω μόνιμα στη Λάρισα. Ο Έβρος είναι οι ρίζες μου, τα παιδικά μου χρόνια, οι αναμνήσεις μου, η μάνα μου. Αλλά και εκ των πραγμάτων, το πρώτο μου βιβλίο δεν θα μπορούσε να μην εξελιχθεί στον Έβρο –στο κομμάτι που αφορούσε τη μητέρα μου– όπως και φυσικά στη Λάρισα όπου ήδη ζούσα, όταν κατέγραφα τον δικό μου αγώνα κατά του καρκίνου του μαστού. Το δεύτερο βιβλίο μου βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα της Λάρισας του 1930 κυρίως, που ξεδιπλώνονται ακολουθώντας την ιδιότυπη ιστορία αγάπης δύο νέων της εποχής. Εμπνεύστηκα από τα υπέροχα νεοκλασικά που διασώζονται στην πόλη αλλά και από το τζαμί, την παλιά αγορά με τα οθωμανικά λουτρά κλπ. Οπότε, σίγουρα, δεν είναι καθόλου τυχαίες οι τοποθεσίες.
Έχετε σκεφθεί την επόμενη ιστορία σας;
Εδώ και δύο χρόνια κάνω ή –καλύτερα προσπαθώ να κάνω, λόγω περιορισμένου χρόνου– έρευνα για την τραγική ιστορία του πολύπαθου Δομένικου στα χρόνια της Κατοχής, όπως και της ευρύτερης περιοχής, συλλέγοντας μαρτυρίες και ιστορικά στοιχεία για τη σφαγή, καθώς και των γεγονότων γενικά της εποχής εκείνης. Η Αντίσταση στην Ελλάδα είναι ένα συναρπαστικό κομμάτι της ιστορίας μας, με πολλές φωτεινές αλλά και μελανές στιγμές. Ακολουθώντας τη συγκλονιστική ζωή μιας γυναίκας που θυσίασε τα πάντα για την ελευθερία της πατρίδας της, προσπαθώ να ζωντανεύω εκείνη την εποχή. Αγαπώ τα βιβλία που βασίζονται σε πραγματικά γεγονότα, έχουν ένα άλλο βάρος μέσα μου, και πάντα με προκαλούν οι ιστορίες αυτές να τις καταγράψω. Είμαι ακόμα στα πρώτα κεφάλαια, αλλά η συγκίνησή μου και η συναισθηματική φόρτιση όταν γράφω είναι μεγάλη. Ελπίζω να με δικαιώσει το αποτέλεσμα.
Κλείστε με μια αγαπημένη φράση/παράγραφο από το βιβλίο σας.
Είναι μέρος της ζωής μας να μην οδηγούμε τη ζωή μας. Όσο σκληρά κι αν προσπαθούμε να τη βάλουμε στον σωστό δρόμο, εκείνη μένει ανεπηρέαστη και αδιάφορη σε ό,τι έχουμε σχεδιάσει. Χαράζει τη δική της πορεία, κι εμείς, απλώς, τρέχουμε να την προλάβουμε. Δεν λογαριάζει φίλους, συγγενείς, αγαπημένους. Δεν ακολουθεί τίποτα απ’ όσα υπολογίσαμε και φυσικά σφυρίζει αδιάφορα σ’ ό,τι έχουμε ονειρευτεί. Μόνο αυτοσχεδιάζει λεπτό το λεπτό, αφήνοντάς μας πάντα ένα βήμα πίσω της, να αναρωτιόμαστε τι ακολουθεί μετά.
Δημοσίευση σχολίου