Το 2018, ο Γιώργος Δάμτσιος και ο Μάριος Δημητριάδης, παρουσίασαν το
πρώτο μέρος του μουσικό-λογοτεχνικού project, με τίτλο «The Metal
Chapters. Volume One». Special quest, ο Graham Masterton. Δυο χρονιά μετά, την
επιτυχία του πρώτου μέρους, το συγγραφικό δίδυμο επιστρέφει με το δεύτερο μέρος
έχοντας αυτή τη φορά μαζί τους, τον Roger Rovento των Xelyruth.
Με αφορμή λοιπόν το δεύτερο μέρος του βιβλίο τους, «The Metal Chapters. Volume Two», για το οποίο την άποψη μου μπορείτε να βρείτε εδώ, έθεσα στους 3 δημιουργούς, τις παρακάτω ερωτήσεις. Με την ευκαιρία, να τους ευχαριστήσω και τους τρεις, για όλη τη παρακάτω συνέντευξη που μου παραχώρησαν.
1. Το «The Metal Chapters. Volume Two» αποτελεί το δεύτερο βιβλίο αυτής της πρωτότυπης και διαφορετικής μουσικο-λογοτεχνικής συλλογής, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πηγή. Αποφασίσατε στην έκδοση δεύτερου μέρους, λόγω της μεγάλης ανταπόκρισης που είχε το πρώτο μέρος;
Γ.Δ. Καλησπέρα και ευχαριστούμε για τη φιλοξενία! Νομίζω ότι ο δεύτερος τόμος προέκυψε για διάφορους λόγους. Καταρχάς θέλαμε να τον κάνουμε για τους ίδιους μας τους εαυτούς, καθώς αυτό το πάντρεμα της μέταλ μουσικής και της λογοτεχνίας είναι κάτι που το αγαπάμε πολύ. Κατά δεύτερο, ήταν και ενός είδους «απαίτηση» διάφορων φίλων αναγνωστών που είχαν διαβάσει τον πρώτο τόμο και προσδοκούσαν σε κάτι επιπλέον. Τρίτον, το ήθελε και ο εκδοτικός μας, διότι όντως η ανταπόκριση που λάβαμε από το αναγνωστικό κοινό ήταν μεγάλη, κάτι φυσικά που μας γέμισε με χαρά και δύναμη για τη συνέχεια.
2. Ποια τα συναισθήματα όταν πήρατε στα χέρια σας, το δεύτερο «The Metal Chapters»;
Μ.Δ. Τόσο στο Vol. 1 όσο και στο Vol. 2. τα συναισθήματα ήταν πολύ όμορφα καθώς όλος αυτός ο κόπος καρποφόρησε και έγινε κάτι με το οποίο ήμασταν πολύ ευχαριστημένοι. Όσο το δουλεύαμε κάναμε σχέδια για το τι θα περιέχει, πώς ακριβώς θα τοποθετηθεί το καθετί μέσα στο βιβλίο και όταν επιτέλους ολοκληρώθηκε και είδαμε ότι όλα πήγαν κατά γράμμα, νιώσαμε απίστευτα.
3. Πόσο χρόνο σας πήρε η ολοκλήρωση του project αυτού, δεδομένου ότι έπρεπε πρώτα να έρθετε σε επαφή τόσο με τις metal μπάντες όσο και με πέντε καταξιωμένους συγγραφείς;
Γ.Δ. Δεδομένου του ότι αποφασίσαμε να βάλουμε μπροστά τον Δεκέμβριο του 2018 και τελικά καταλήξαμε να φτάσουμε στα ράφια των βιβλιοπωλείων τον Ιούνιο του 2020, ήταν σίγουρα κάτι το υπερβολικά απαιτητικό. Έπρεπε να συγχρονιστούν και να δρομολογηθούν ένα σωρό διαφορετικά ζητούμενα. Και, φυσικά, όλοι αυτοί οι καταξιωμένοι καλλιτέχνες έχουν από πίσω ολόκληρα δίκτυα συνεργατών, με συγκεκριμένες απαιτήσεις αλλά και διαφορετικούς τρόπους δομής στο επίπεδο της λειτουργίας τους.
Μ.Δ. Έπρεπε να έρθουμε σε επαφή είτε με μάνατζερ είτε με τα ίδια τα συγκροτήματα ώστε να πάρουμε την άδεια για να γράψουμε μια ιστορία για κάθε τραγούδι, πράγμα το οποίο ήταν άλλοτε εύκολο και άλλοτε πολύ δύσκολο. Το ίδιο αντίστοιχα έγινε και με την άδεια που έπρεπε να πάρουμε από τους συγγραφείς. Όλα αυτά απαιτούσαν χρόνο και κόπο συνεπώς χρειάστηκε πολύς καιρός για να φτάσουμε στην ολοκλήρωσή του.
4. Η επιλογή του εξωφύλλου αλλά και ο τίτλος του βιβλίου, ήταν δική σας απόφαση ή του εκδοτικού;
Γ.Δ. Ο τίτλος προτάθηκε από εμάς πριν από το πρώτο Metal Chapters και έχω την εντύπωση ότι ήταν η μοναδική ιδέα που έπεσε στο τραπέζι. Άρεσε στον εκδοτικό και έτσι το θέμα έκλεισε άμεσα. Όσον αφορά τα εξώφυλλα, εκεί συμβαίνει το αντίθετο και τις ιδέες τις φέρνει το ατελιέ του εκδοτικού. Απ’ όσο θυμάμαι, στον πρώτο τόμο είχαν πέσει έξι-εφτά προτάσεις μέχρι να αποφασίσουμε, ενώ στο δεύτερο το κλείσαμε με τη δεύτερη.
5. Πείτε μας λίγα λόγια για το «The Metal Chapters. Volume Two».
Μ.Δ. Το Vol. 2 περιέχει δέκα διηγήματα βασισμένα στους στίχους τραγουδιών μεγάλων ξένων συγκροτημάτων της παγκόσμιας metal σκηνής, τα οποία μοιραστήκαμε με τον Γιώργο (εδώ μπορείτε να καταλάβετε και τι είδους metal προτιμάει ο καθένας). Επιπρόσθετα υπάρχουν πέντε διηγήματα ξένων συγγραφέων οι οποίοι μας έκαναν την τιμή να συμμετέχουν για τα οποία ο Ροτζερ έκανε το ανάποδο, να γράψει δηλαδή πέντε αντίστοιχα metal κομμάτια βασισμένα σε αυτά.
6. Πως προέκυψε η συνεργασία με τον Roger Rovento;
Γ.Δ. Στο αρχικό μας πλάνο με τον Μάριο λέγαμε ότι τα τραγούδια για τα διηγήματα των καλεσμένων μας θα τα γράφαμε εμείς. Ο Μάριος τη μουσική και εγώ τους στίχους. Όταν όμως καταλήξαμε στον αριθμό των πέντε καλεσμένων, κρίναμε ότι θα ήταν αδύνατον να αναλάβουμε και αυτό το κομμάτι του πρότζεκτ, καθώς πλέον είχε δημιουργηθεί ένα πολύ μεγάλο, καινούριο παρακλάδι του.
Μ.Δ. Και κάπου εκεί σκεφτήκαμε τον Ρότζερ ο οποίος μας είχε βοηθήσει στο τραγούδι που είχαμε γράψει στο Vol. 1. Ήταν ο πιο κατάλληλος να αναλάβει αυτό το κομμάτι του project –μιας και είναι ένα αντικείμενο που γνωρίζει πολύ καλά– ο οποίος μάλιστα εντάχθηκε στο team του metal chapters.
7. Υπάρχει κάποιο διήγημα που να ξεχωρίσατε, είτε δικό σας είτε όχι;
R.R. Θα αναφερθώ μόνο στα διηγήματα των ξένων συγγραφέων μιας και δούλεψα πάνω σε αυτά πολλούς μήνες. Η αλήθεια είναι ότι τα λάτρεψα και τα πέντε και τα νιώθω και “δικά μου” κατά κάποιο τρόπο. Συζητώντας ώρες ολόκληρες γι’ αυτά, τόσο με τους συνεργάτες όσο και με τους ίδιους τους συγγραφείς ζορίστηκα να ξεχωρίσω μόνο ένα, οπότε θα πω δύο: The Dead Thing (Paul Tremblay) και Hippocampus (Adam Nevill).
8. Το βιβλίο συνοδεύεται από δίσκο με μόλις πέντε νέα τραγούδια που επιμελήθηκε ο Roger Rovento. Γιατί δεν συμπεριλήφθηκαν και τα υπόλοιπα τραγούδια των ξένων συγκροτημάτων στο CD;
Μ.Δ. Τα τραγούδια των συγκροτημάτων μπορείς κανείς να τα ακούσει κανείς οπουδήποτε στο διαδίκτυο κι έτσι θεωρήσαμε ότι δεν υπήρχε λόγος να τα συμπεριλάβουμε στο cd του βιβλίου. Τα πέντε «δικά μας» κομμάτια κάνουν το project πιο προσωπικό, συνεπώς σε αυτό που παραδώσαμε στους αναγνώστες αυτή τη φορά περιέχονται πράγματα που θα δουν και θα ακούσουν για πρώτη φορά.
Γ.Δ. Και φυσικά, εκτός της δυσκολίας που θα υπήρχε μέχρι να καταφέρουμε να ολοκληρώσουμε τις συμφωνίες, θα υπήρχε αναπόφευκτα και ακόμα μεγαλύτερη καθυστέρηση στην κυκλοφορία του πρότζεκτ.
9. Roger Rovento: Ήταν εύκολη διαδικασία και πόσος χρόνος χρειάστηκε για να γράψετε και να μελοποιήσετε πέντε νέα τραγούδια, στα οποία βασίστηκαν οι ιστορίες πέντε καταξιωμένων συγγραφέων.
R.R. Τόσο μουσικά όσο και στιχουργικά ήθελα τα πέντε τραγούδια να διαφέρουν μεταξύ τους αλλά και να ταιριάζουν όσο το δυνατόν περισσότερο στο ύφος της εκάστοτε ιστορίας και στα προσωπικά μουσικά ακούσματα των συγγραφέων. Πολλές απ’ τις εμπνεύσεις κυρίως των στίχων ήρθαν αμέσως, καθώς τα διηγήματα των συγγραφέων ήταν όλα πολύ ωραία και καλογραμμένα. Παρ’ όλα αυτά, για να “δέσουν” όλες αυτές οι ιδέες μαζί και να φτάσουν στο τελικό προϊόν χρειάστηκαν ένα χρονικό διάστημα μερικών μηνών. Ακόμα περισσότερο μάλιστα, αν υπολογίσουμε μέσα και τον χρόνο που χρειάστηκε για τις ηχογραφήσεις, τον σχεδιασμό εξωφύλλου και όλων των υπόλοιπων διαδικασιών που χρειάστηκαν ώστε να φτάσει το CD ολοκληρωμένο μέσα στο βιβλίο –μιας και σχεδόν τα πάντα τα έκανα μόνος μου.
10. Αναμένεται και τρίτο «The Metal Chapters»; Ποια τα επόμενα επαγγελματικά συγγραφικά σας σχέδια;
Μ.Δ. Για το επόμενο Metal chapters είναι πολύ νωρίς για να έχουμε εικόνα. Σχετικά με τα δικές μου προσωπικές δουλειές, το τελευταίο βιβλίο μου βιβλίο κυκλοφόρησε στις αρχές του έτους, συνεπώς ασχολούμαι ακόμη με την προώθησή του. Επίσης σε λίγο καιρό έρχεται κάτι το οποίο δεν μπορώ ακόμη να αποκαλύψω. Απλά θα πω ότι θα είναι ένα δώρο σε όλους τους αναγνώστες ως ευχαριστώ για τη στήριξη τους όλα αυτά τα χρόνια. Θα ανακοινωθεί όμως πολύ σύντομα.
Γ.Δ. Για το τρίτο Metal Chapters δεν έχουμε συζητήσει τίποτα ακόμα. Θεωρούμε ότι οι ουσιαστικές κουβέντες επ’ αυτού θα γίνουν όταν κλείσει κάποιο διάστημα στα ράφια των βιβλιοπωλείων και στο Amazon. Οπότε έχουμε επικεντρωθεί στα προσωπικά μας, συγγραφικά πλάνα. Συγκεκριμένα εγώ δουλεύω επάνω στο επόμενο βιβλίο μου, το οποίο ανήκει κι αυτό στη σειρά «Ευγενείς Άγριοι» των εκδόσεων Bell.
R.R. Για το μέλλον του Metal Chapters θα πω μόνο “time will tell”. Αυτόν τον καιρό έχουμε ξεκινήσει τις ηχογραφήσεις του πρώτου μας δίσκου, με το συγκρότημα μας Silent Vortex όπου συμμετέχει και ο Γιώργος Δάμτσιος στο μπάσο. Παράλληλα, σε δεύτερο χρόνο, δουλεύω και πάνω στην πρώτη μου συγγραφική δουλειά.
Δημοσίευση σχολίου