7 Μαρ 2020

Η Μαρία Χατζηνικολάου μιλάει για το Βόλεϊ

Για πολλά χρόνια, ο Έβρος χαρακτηρίστηκε «Μητρόπολη του Ελληνικού βόλεϊ» και αυτό γιατί Εβρίτες και Εβρίτισσες πετοσφαιριστές-τριες στελεχώσαν τόσο τις μεγάλες ομάδες που πρωταγωνιστούσαν στο πρωτάθλημα της Α1 κατηγορίας όσο και τις Εθνικές ομάδες βόλεϊ της Ελλάδας. Ανάμεσα σε αυτούς, και η Μαρία Χατζηνικολάου, η οποία διετέλεσε μέχρι και αρχηγός της Εθνικής Ομάδας Γυναικών. 

Η Μαρία Χατζηνικολάου ξεκίνησε να παίζει βόλεϊ από τις τοπικές ομάδες του Έβρου, σε Ποντιακό και Νίκη Αλεξανδρούπολης. Έπειτα κατέβηκε στην Αθήνα όπου και έπαιξε στην ομάδα των Βριλησσίων. Το 2005 μετά τη διάλυση της ομάδας, η Μαρία πηγαίνει στον Ολυμπιακό ενώ το 2009 μετεγγράφεται στον Παναθηναϊκό όπου και οι διακρίσεις διαδέχονται η μία την άλλη. 

Σήμερα, η Μαρία Χατζηνικολάου, επέστρεψε στη γενέτειρα της, την Αλεξανδρούπολη. Συναντηθήκαμε λοιπόν από κοντά, στον υπέροχο και φιλόξενο χώρο του Theatro Coffee & Drinks και της έθεσα τις παρακάτω ερωτήσεις. Με την ευκαιρία, να την ευχαριστήσω για άλλη μία φορά, πάρα πολύ για όλη τη παρακάτω συνέντευξη που μου παραχώρησε αλλά και όλη την όμορφη κουβέντα που κάναμε πάνω στο άθλημα, που κάποτε υπεραγαπούσα και παρακολουθούσα μανιωδώς, το βόλεϊ.

Ποια είναι η Μαρία Χατζηνικολάου και με τι ασχολείται σήμερα;
Είμαι μια πρώην διεθνής αθλήτρια του βόλεϊ. Μέχρι 8 χρονών έζησα στην Ορεστιάδα, μετά κατεβήκαμε οικογενειακώς Αλεξανδρούπολη. Στα 19 μου έφυγα για να πάω στην Αθήνα. Σήμερα ασχολούμαι με τις ακαδημίες της Νίκης Αλεξανδρούπολης. 

Μετά από αρκετά χρόνια, επιστρέφεις στην πόλη που έκανες τα πρώτα βήματα στον αθλητισμό. Ήταν εύκολη η απόφαση να αφήσεις την Αθήνα για την επαρχία;
Την επαρχία την αγαπούσα. Περνούσα πάντα καλά όταν ερχόμουν εδώ. Η Αθήνα ήταν αγάπη, έρωτας μάλλον. Πέρασα πολύ καλά γιατί πέτυχα τα καλά οικονομικά χρόνια. Ήμουν μόνη μου, με το σπίτι μου, το αμάξι μου, τα λεφτά μου. Περνούσα μια χαρά. Δεν είχα κάποιον να με πιέζει. Έκανα ότι ήθελα.

Όταν γέννησα και έκανα τη μικρή και μετά, σε συνδυασμό ότι δεν είχα πολύ βοήθεια για τη μικρή, τα βάλαμε κάτω και είδαμε πως θα ήταν να μεγαλώσει ένα παιδί στην Αθήνα και πως μπορεί να μεγαλώσει στην επαρχία. Η μικρή ήταν η μεγαλύτερη αφορμή.  Έτσι αποφασίσαμε να γυρίσουμε πίσω. Εδώ έχουμε τη βοήθεια μας, το σπίτι μας. Τα ζυγίσαμε και ήρθαμε. Ευτυχώς βόλεψε και με τη δουλειά του άντρα μου.

Σε ποια ηλικία μπήκε στη ζωή σου το άθλημα του βόλεϊ; Υπήρξε κάποια αφορμή;
Στα 12 προς 13 ξεκίνησα, ήμουν πρώτη γυμνασίου, στο αθλητικό το γυμνάσιο, την πρώτη χρονιά. Έκανα κάθε πρωί προπόνηση και μετά πηγαίναμε στο σχολείο και κάναμε το εφτάωρο μας εκεί. Στη Δευτέρα γυμνασίου έκανα το πρώτο μου δελτίο με τον Ποντιακό. Έκανα λοιπόν προπόνηση το πρωί με το αθλητικό γυμνάσιο, προπόνηση το απόγευμα με τον Ποντιακό. Οπότε την τρίτη χρονιά στο γυμνάσιο δεν πήγα στο αθλητικό, πήγα στο κανονικό. Έμεινα με τον Ποντιακό στις προπονήσεις.
Από τον Ποντιακό και τη Νίκη Αλεξανδρούπολης στα σαλόνια του ΟΣΦΠ και του ΠΑΟ. Σε ποια ομάδα έζησες τις καλύτερες σου στιγμές;
Από τον Ποντιακό και τη Νίκη, πήγα στα Βριλήσσια. Εκεί πέρασα οκτώ χρόνια, που ήταν μέσα η προσαρμογή μου η προσωπική σαν οντότητα στην Αθήνα ας πούμε, τα πρώτα μου επαγγελματικά βήματα πλέον. Εντάξει ήμουν επαγγελματίας και στην Νίκη, όπου πληρωνόμουν αλλά τότε είχα τους γονείς μου και το σπίτι μου. Στην Αθήνα ήταν αλλιώς, πήγα μόνο για αυτό το πράγμα και η ζωή μου ήταν όλο αυτό το πράγμα.

Οπότε τα Βριλήσσια έπαιξαν πολύ σημαντικό ρόλο σε όλη την καριέρα μου, γιατί ήταν ένα πολύ υγιές σωματείο, από όλες τις απόψεις. Ήταν οικογενειακό, έρχονταν οι ίδιοι άνθρωποι κάθε μέρα με κέικ με τάρτες. Ήμασταν μια μεγάλη οικογένεια, τα Βριλήσσια. Ήταν μια περιοχή της Αθήνας που στήριζε πάρα πολύ το βόλεϊ. Υπάρχουν ακόμα κάποιοι άνθρωποι που υπήρχαν και τότε μέσα στο σύλλογο, απλά δεν κάνουν το οικονομικό άλμα που κάνανε παλιά. Είναι πιο συγκρατημένοι οικονομικά.

Μετά τα Βριλήσσια ήρθε η ΑΕΚ που έκατσα ένα χρόνο. Ήταν Α2 την ανεβάσαμε Α1 και την επόμενη χρονιά για 3 χρόνια πήγα στον Ολυμπιακό. Μετά Παναθηναϊκό άλλα τρία. Μετά πήγα στη Νάξο για ένα χρόνο. Ξαναγύρισα Βριλήσσια και αφότου έκανα την κόρη μου, έπαιξα σε μικρότερες ομάδες.  

Πάντα τα πρωταθλήματα είναι οι καλύτερες στιγμές!!! Και τα κύπελλα.

Με ποια ομάδα ήρθαν οι πρώτες διακρίσεις και πόσους συνολικά τίτλους έχεις κατακτήσει;
Με τα Βριλήσσια ήρθαν τα πιο πολλά. Φεύγοντας από τα Βριλήσσια είχα ήδη πάρει τέσσερα κύπελλα και δύο πρωταθλήματα. Άλλα δύο πρωταθλήματα ήταν με τον Παναθηναϊκό.

Πάντα τα πρωταθλήματα είναι οι καλύτερες στιγμές!!! Και τα κύπελλα.

Υπάρχουν κάποιοι προπονητές, συμπαίκτριες ή και αντίπαλες που θεωρείς ότι σε βοήθησαν στο να εξελιχθείς;
Πάνω στην ερώτηση αυτή θα σου πω ότι και ο τέλειος προπονητής και ο χειρότερος προπονητής και η τέλεια συμπαίκτρια και η χειρότερη συμπαίκτρια κάτι σου μαθαίνουν. Σε εξελίσσουν.  Θα σε φέρουνε σε ένα σημείο που θα κάτσεις να σκεφτείς γιατί γίνεται αυτό. Μέσα από αυτή τη διαδικασία θα σε κάνουν από μόνο σου να εξελιχθείς. Όλοι σε βοηθάνε και καλοί και κακοί και μέτριοι.  

Αν έπρεπε να διάλεγες ποια θα ήταν η καλύτερη συμπαίκτρια αλλά και καλύτερη αντίπαλος που αντιμετώπισες στην καριέρα σου;
Πολλές ήταν οι καλές συμπαίκτριες γιατί έχω περάσει από ομάδες που είχαμε τρομερή χημεία. Ήμασταν πολύ φίλες, ήμασταν μαζί και στην Εθνική ομάδα. Δηλαδή δεν μπορώ να ονοματίσω. Είναι πάρα πολλές. Αλλά θα σου πω βασικά την Μεμετζή στα Βριλήσσια, στον Ολυμπιακό την Κιόση, την Βλάχου και Νίκη Μανωλάκου. Στον Παναθηναϊκό με την Ξανθή την Μυλωνά, πάρα πολύ παρέα, την Άννα Καρπουζά. Δηλαδή σε κάθε ομάδα έχεις τα παρεάκια σου.

Τώρα καλύτερη αντίπαλος. Δεν μπορώ να θυμηθώ, ήταν πολλές. Είχα πετύχει τα καλά τα χρόνια και είχαν πολύ καλές αθλήτριες όλες οι ομάδες. Δύσκολη ως προς την αντιμετώπιση, μία που μου ήρθε τώρα όταν ήμουν στον Ολυμπιακό, ήταν η Λόζανσιτς, κεντρική του Παναθηναϊκού. Ήταν πολύ γρήγορη, είχε άλλο στυλ. Γενικά όμως υπήρχαν πολύ καλές αθλήτριες τότε. Φέρνανε πολύ δυνατά ονόματα.

Ποιες στιγμές θα διάλεγες να κρατήσεις, είτε καλές είτε κακές, από την αθλητική σου καριέρα;
Επειδή έχω φτάσει στην άλλη άκρη, έχω βγει από αυτό το πράγμα, μένουν τόσες πολλές αναμνήσεις και ακόμα και οι κακές γίνονται καλές γιατί θυμάσαι τα νιάτα σου. Έρχεσαι πίσω σε εκείνη τη στιγμή, την περίοδο που το είχες ζήσει και σε αναζωογονεί αυτό το πράγμα. Είναι ωραίες αναμνήσεις γιατί πλέον δε σε ακουμπάνε. Δε σε πληγώνει που έχασες το κύπελλο πέρσι. Τώρα δε θα πεις τίποτα. Έχεις βγει από το χώρο, τα βλέπεις απέξω και είναι ωραίες αναμνήσεις όλα. Και τα άσχημα και τα καλά.
Σήμερα, το γυναικείο βόλεϊ στην Ελλάδα, σε τι επίπεδο βρίσκεται; Είναι ανταγωνιστικό;
Δεν είναι ανταγωνιστικό όσο ήταν. Από το 2000 μέχρι το 2010 ήταν στα φόρτε του το γυναικείο βόλει στην Ελλάδα. Μετά πέρασε η κρίση και η κατρακύλα. Τώρα μπορώ να πω ότι έχει αρχίσει και πάλι να ορθοποδεί. Δηλαδή πέρσι ήταν καλό, φέτος όμως δείχνει ότι είναι σε καλύτερη κατάσταση και δείχνει ότι ανεβαίνει. Βοηθάει σίγουρα ότι έχουν ανέβει κατηγορία τα μεγάλα ονόματα πανελληνίως, ΠΑΟΚ, Άρης, Παναθηναϊκός, Ολυμπιακός, φέτος θα ανέβει και η ΑΕΚ. Βοηθάει πάρα πολύ γιατί πλέον υπάρχει και ο ανταγωνισμός μεταξύ τους. Αυτές οι ομάδες μπορούν να βρουν πιο εύκολα χορηγούς και χρήματα, απ’ ότι μια μικρή ομάδα. Αυτό βοηθάει στο να ανέβει και το επίπεδο.  

Ο Έβρος αποτελεί παράδοση στο άθλημα του βόλεϊ. Αν και για χρόνια οι ομάδες του μεσουρανούσαν στην πρώτη κατηγορία, τα τελευταία χρόνια αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα και αγωνίζονται για την παραμονή. Τι πιστεύεις ότι φταίει για αυτήν την κατάσταση;
Προηγουμένως απάντησα που είπα για τις μεγάλες ομάδες. Φταίει που το κράτος δεν αφήνει τους χορηγούς, τη φοροαπαλλαγή για τους χορηγούς που δεν υπάρχει πλέον. Είναι δύσκολο να συντηρηθούν οι ομάδες, οικονομικά. Κυρίως για τις επαρχιακές ομάδες, της Αλεξανδρούπολης και της Ορεστιάδας, ποιος πρώτα θα δώσει λεφτά, σε ποιον θα τα δώσει γιατί δεν είναι μόνο το βόλεϊ των αντρών και των γυναικών. Υπάρχουν κι άλλα τμήματα. Ποδόφαιρο, χάντμπολ. Υπάρχουν πολλοί που θέλουν να σπονσοράρουν αυτές τις ομάδες και όχι το βόλεϊ. Μια μικρή επαρχιακή πόλη χρειάζεται μεγάλες επιχειρήσεις, τις τρανταχτές για να δώσουν πολλά λεφτά, που να θέλουν να χορηγήσουν στο βόλεϊ. Κάπως έτσι φτάσαμε εδώ που φτάσαμε και ο Έβρος έχει χαθεί από το χάρτη του βόλεϊ σαν ομάδες. Αυτό έχει σαν συνέπεια να έχει σταματήσει να βγαίνουν πολλά παιδιά. Παλιά οι άντρες τουλάχιστον έπαιζαν όλοι στην Εθνική ομάδα και συνεχίζανε και βγάζανε φουρνιές. Τώρα βγαίνουν ένα δυο παιδιά. Δε θα βγει η ποσότητα που έβγαινε. Όλα είναι αλυσίδα.

Επίσης να πω επειδή τώρα ασχολούμαι με τις ακαδημίες, δεν μπορώ να πω πλέον ότι έχουμε ψηλά παιδιά. Δεν ξέρω τι γίνεται. Ιδίως στα κορίτσια. Εγώ θυμάμαι όταν ξεκίνησα εδώ στον Ποντιακό και μετά στη Νίκη, υπήρχε η Ιακωβίδου η Τασούλα με ύψος 1.90, η Μαλκοπούλου η Τασούλα 1.85, η Δελούδη Άννα 1.84 ξέρω εγώ. Σήμερα δεν υπάρχουν αυτά. Στα κορίτσια γιατί στα αγόρια μπορεί να βρεις. Αλλά και εκεί κάποια μπορεί να πάνε στο μπάσκετ.

ΕΘΝΙΚΗ ΟΜΑΔΑ: Με σχεδόν 115 συμμετοχές διετελέσες μέχρι και αρχηγός της Εθνικής Ομάδας. Ποια τα αισθήματα όταν αγωνιζόσουν και έπαιζες για μια ολόκληρη χώρα;  
Είναι πολύ ωραίο το συναίσθημα, δεν το συζητάμε. Τις περισσότερες φορές υπήρχαν ήττες, δεν υπήρχαν νίκες, με τη δικιά μου φουρνιά. Παρόλα αυτά όμως όταν παίζαμε κυρίως με την Εθνική ομάδα στην Ελλάδα, που πηγαίναμε και κάναμε την προετοιμασία στο μέρος που θα παίζαμε, υπήρχε τεράστια αποδοχή από τον κόσμο. Σου δημιουργείται αυτόματα το αίσθημα της ευθύνης ότι κάποια παιδιά θα με δούνε και ίσως ξεκινήσουνε να παίζουν βόλεϊ. Οι περισσότεροι φίλαθλοι στις Εθνικές ομάδες είναι οικογένειες με παιδιά. Δεν υπάρχει αυτό το φανατικό που υπάρχει στα σωματεία, οι οργανωμένοι δηλαδή φίλαθλοι. Είναι οικογένειες με παιδιά που πάνε να δουν την Εθνική ομάδα. Με βλέπουν παιδιά οπότε πρέπει να δώσω τον καλύτερο μου εαυτό για να τα παρακινήσω να ξεκινήσουν κάτι.

Έχεις αναφέρει παλιότερα ότι δεν μπορείς να υπάρχεις στο χώρο του βόλεϊ από άλλο πόστο. Παρόλα αυτά μαθαίνεις τα μυστικά του αθλήματος σε τοπικό σύλλογο και όχι μόνο. Πως προέκυψε η συνεργασία σου με τη Νίκη Αλεξ/πολης και τις ακαδημίες της;
Δεν ξέρω. Τα ‘φερε έτσι η ζωή. Τη χρονιά που αποφασίσαμε με τον άντρα μου να γυρίσουμε εδώ πέρα εγώ έπαιζα σε μια ομάδα στην Ηλιούπολη. Ξεκίνησε η χρονιά Οκτώβρη. Τέλη Νοεμβρίου αποφασίζουμε να έρθουμε εδώ. Σαν αθλήτρια δεν είχα κρεμάσει ποτέ μου καμία ομάδα, συμφώνησα με το σωματείο εκεί, ότι θα φύγω αλλά κάθε Σαββατοκύριακο θα κατεβαίνω να παίζουμε. Οπότε έπρεπε να βρω μια ομάδα εδώ για να κάνω προπονήσεις για να μπορώ να κατεβαίνω να παίζω το Σάββατο στην Αθήνα. Έτσι έγινε. Πήγα στη Νίκη, που ήταν στην Α2, εγώ έπαιζα σε ομάδα που ήταν στην Α2, οπότε θεώρησα ότι θα ήταν καλύτερο να είμαι σε μια ομάδα ίδιου επιπέδου. Με δέχθηκαν στη Νίκη, όταν τους ζήτησα να κάνω προπόνηση μαζί τους και έτσι μπήκα μέσα στη Νίκη. Την επόμενη χρονιά μου έκαναν πρόταση να παίξω και να αναλάβω ένα τμήμα. Έτσι ξεκίνησε. Όπως ήρθε το βόλεϊ μπροστά μου στο ξεκίνημα μου έτσι ήρθε και τώρα αυτό.

Η αλήθεια είναι ότι αυτά που έλεγα τα πίστευα και τα πιστεύω και τώρα. Αν μπορούσα να αποκοπώ τελείως, θα το ‘κανα. Αλλά κάτι υπάρχει και με κρατάει. Θέλω να πω ακόμα και τώρα δεν έχω μπει στη διαδικασία να αποτραβηχτώ τελείως από το χώρο, για αυτό και συνεχίζω.

Εάν ξεκινούσες τώρα την αθλητική σου καριέρα, από ποια ομάδα θα ξεκινούσες;
Στο ξεκίνημα δε θα άλλαζα κάτι. Στην πορεία μπορεί να άλλαζα. Να έβαζα και το εξωτερικό, να πήγαινα σε ομάδα εξωτερικού. Δεν πήγα στο εξωτερικό γιατί καθαρά για οικονομικούς λόγους, δε θα έπαιρνα περισσότερα λεφτά από όσα έπαιρνα στην Ελλάδα.

Παρακολουθείς αγώνες βόλεϊ και αν ναι πώς αισθάνεσαι που είσαι πλέον θεατής;
Παρακολουθώ στην τηλεόραση σίγουρα. Έχω να πω ότι όποτε παίζει ο Παναθηναϊκός ζηλεύω λίγο. Θέλω και κερκίδα να πάω και μέσα να μπω. Λίγο απ όλα. Είναι ωραία, ξεσηκώνομαι.

Δημοσίευση σχολίου